Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ-ΠΡΑΚΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ


ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ (Μέρος Α)
Γράφτηκε από τον Fotios Papanastasiou






Η θεραπεία των ψυχικά διαταραγμένων παιδιών είναι ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει ιδιαίτερα την επιστημονική κοινότητα από τον 20ο αιώνα κι έπειτα. Με το θέμα έχουν ασχοληθεί παιδοψυχολόγοι, παιδοψυχίατροι, αναλυτές παιδικής συμπεριφοράς, εργοθεραπευτές και άλλοι ειδικοί. 



ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ

Το παιχνίδι είναι η βασική απασχόληση κάθε παιδιού. Βοηθά κι ενισχύει την ανάπτυξη σε όλα τα επίπεδα και διαμορφώνει τη σχέση του παιδιού με τους συγγενείς και τον περίγυρό του. Το διευκολύνει να αντιληφθεί – πολλές φορές ασυνείδητα – τα προβλήματα και τους φόβους του, καθώς και να εκφράσει τα συναισθήματά του, να δοκιμάσει τις δυνατότητες και τα όριά του, να αναπτύξει ικανότητες, να εμπιστευθεί και να εκτιμήσει τον εαυτό του και τις δυνάμεις του. Όλες αυτές οι ιδιότητες του παιχνιδιού το καθιστούν πολύ σημαντικό μέσο θεραπείας, έναν ουδέτερο σύνδεσμο ανάμεσα στο παιδί και τον ειδικό που διευκολύνει σημαντικά τη διαδικασία.


ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ

Η χρήση του θεραπευτικού παιχνιδιού ώστε να βοηθηθούν παιδιά με ψυχικές ή άλλες διαταραχές είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα. Σίγουρα αποτελεί μια από τις πολλές τακτικές που ακολουθούνται, αλλά πρέπει να είναι συμπληρωματική και να συνδυάζεται με άλλες μεθόδους θεραπείας. Όλα τα παιδιά εμφανίζουν κάποια στιγμή στη ζωή τους συμπτώματα άγχους. Κάτω από κανονικές συνθήκες αυτό αντιμετωπίζεται με τη βοήθεια των γονέων και του κοινωνικού περιβάλλοντος, ενώ το παιχνίδι αποτελεί μια συνηθισμένη διαδικασία που επιτρέπει την αποσυμφόρηση του άγχους και λειτουργεί όπως θα λειτουργούσε σε κάποιον ενήλικο μια συζήτηση με οικεία πρόσωπα. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου παιδιά παρουσιάζουν τα συμπτώματα σε τέτοιο βαθμό ώστε να κρίνεται απαραίτητη η βοήθεια από ειδικούς, ή που συγκεκριμένες συνθήκες απαιτούν την παρέμβαση. Το θεραπευτικό παιχνίδι με τη συμμετοχή του θεραπευτή μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά χρήσιμο σε περιπτώσεις παιδιών που πρόκειται να εισαχθούν στο νοσοκομείο για κάποια χειρουργική επέμβαση ή επίπονη θεραπεία βοηθώντας τα να εκφράσουν τους φόβους τους, σε παιδιά με σωματικές αναπηρίες προσφέροντας εναλλακτικές δραστηριότητες, σε παιδιά με χρόνιες ασθένειες (ακόμα και ανίατες) δίνοντας την δυνατότητα να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματά τους. Ανάλογη είναι η χρησιμότητα του θεραπευτικού παιχνιδιού σε παιδιά που αντιμετωπίζουν δύσκολες οικογενειακές καταστάσεις. Η αποσυμφόρηση των αρνητικών συναισθημάτων μετά από ένα διαζύγιο και η προετοιμασία μιας υιοθεσίας καθώς και η υποστήριξη μετά από αυτή ώστε να επιτευχθεί ομαλή μετάβαση στη νέα οικογένεια είναι ενδεικτικά παραδείγματα θετικής παρέμβασης. Αυτό το μέσο θεραπείας μπορεί να χρησιμοποιηθεί επίσης σε παιδιά που έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση όπως και σε παιδιά οικογενειών που θρηνούν κάποιο πρόσφατα χαμένο μέλος. Τα αίτια των παιδικών ψυχικών διαταραχών ποικίλουν. Έτσι, στις διεπιστημονικές ομάδες που αναλαμβάνουν την παρακολούθηση και θεραπεία τέτοιων διαταραχών συμμετέχουν επιστήμονες από πολλές ειδικότητες όπως παιδοψυχίατροι, παιδοψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, νοσοκόμοι, εργοθεραπευτές, λογοθεραπευτές, εκπαιδευτικοί κ.α. Και φυσικά καθώς τα αίτια διαφέρουν, διαφέρουν και οι μέθοδοι υποστήριξης των παιδιών και των οικογενειών τους. Το παιδί μπορεί να χρειαστεί ατομική ή ομαδική θεραπεία, νέο περιβάλλον, βοήθεια στην εκπαίδευση, ακόμα και φαρμακευτική αγωγή. Οι γονείς συχνά έχουν ανάγκη υποστήριξης σε ατομικό ή ομαδικό επίπεδο, ενώ κάποιες φορές χρειάζεται να μπει στη διαδικασία της θεραπείας όλη η οικογένεια. Σε αυτή την περίπτωση ο εργοθεραπευτής είναι «η φωνή του παιδιού» και μπορεί μέσα από το παιχνίδι να παρατηρήσει την ψυχική κατάστασή του και να το οδηγήσει στη λύση των προβλημάτων του. Χρησιμοποιεί δηλαδή τη σημαντικότερη δραστηριότητα της παιδικής ηλικίας ως θεραπευτικό μέσο, κάτι που συνάδει πλήρως με τη φιλοσοφία της εργοθεραπείας.


ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ

Στην παιδοψυχοθεραπεία υπάρχουν εκατοντάδες τρόποι παρέμβασης πολλοί από τους οποίους περιλαμβάνουν το θεραπευτικό παιχνίδι. Η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία (pcychoanalytic psychotherapy) εστιάζει στο ασυνείδητο του παιδιού. Σκοπός της είναι να επιλύσει συγκρούσεις του παρελθόντος και να φέρει στο φως υποσυνείδητες ανάγκες ώστε το παιδί να εξελιχθεί και να φτάσει στο συναισθηματικό επίπεδο που ταιριάζει στην ηλικία του. Σε αυτή τη μέθοδο το «ελεύθερο παιχνίδι» είναι ό,τι η ελεύθερη προφορική έκφραση στην ψυχανάλυση ενός ενήλικου. Το παιδί μέσα από το παιχνίδι συμβολίζει τον εσωτερικό του κόσμο και ο θεραπευτής μπορεί με την παρέμβασή του να το οδηγήσει στην επιθυμητή πρόοδο. Κάποιες φορές εφαρμόζεται ακόμα και εναλλαγή ρόλων ανάμεσα στο παιδί και τον ενήλικο θεραπευτή βοηθώντας το να πάρει τον έλεγχο του «κόσμου του παιχνιδιού» και να αποβάλει τους φόβους του. Η επανάληψη ενός συγκεκριμένου παιχνιδιού επίσης συντελεί στην ενσωμάτωση συναισθημάτων και ανησυχιών στη γενική εμπειρία του παιδιού. Η θεραπεία σχέσης (relationship therapy) δίνει έμφαση στη θεραπευτική σχέση παιδιού και θεραπευτή όπως αυτή διαμορφώνεται στο «εδώ» και στο «τώρα». Είναι μια μέθοδος κατάλληλη για όλες τις ηλικίες αλλά στην περίπτωση μικρών παιδιών το παιχνίδι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για επικοινωνιακούς σκοπούς. Η μη κατευθυνόμενη θεραπεία [nondirective (client-centred)] therapy βασίζεται στη θεωρία πως για να ωριμάσει ένα παιδί πρέπει πρώτον να του δοθεί ένα «ιδανικό» περιβάλλον παιχνιδιού για να εξωτερικεύσει τα συναισθήματα του, να τα αποδεχθεί και τελικά να τα ελέγξει και δεύτερον να έχει δίπλα του έναν ενήλικο που δέχεται και αντιλαμβάνεται πλήρως τα συναισθήματα αυτά. Ο θεραπευτής επιτρέπει στο παιδί να είναι ο εαυτός του κι εκείνο καθώς καταλαβαίνει και αποδέχεται τον εαυτό του, καταλαβαίνει και αποδέχεται και τους άλλους. Η διαφορά ανάμεσα στη μη κατευθυνόμενη θεραπεία και τη θεραπεία σχέσης έγκειται στο ότι η πρώτη χρησιμοποιεί μια ήρεμη προσέγγιση και την αντανάκλαση συναισθημάτων σαν τρόπο επικοινωνίας, ενώ η δεύτερη χρησιμοποιεί τα συναισθήματα στο «εδώ» και το «τώρα» για να βοηθήσει το παιδί να ωριμάσει. Στην αναπτυξιακή θεραπεία παιχνιδιού (developmental play therapy) το παιχνίδι γίνεται με μη κατευθυνόμενο τρόπο αλλά σε πλαίσιο θεραπείας σχέσης. Πρόκειται για συνδυασμό των δύο παραπάνω μεθόδων με σκοπό το παιδί να φτάσει το συναισθηματικό επίπεδο που αρμόζει στην ηλικία του αλλά περνώντας κάθε στάδιο ανάπτυξης πριν περάσει στο επόμενο, έχοντας πάντα την ελευθερία επιλογής του παιχνιδιού και της χρήσης του. Στην κατευθυνόμενη θεραπεία παιχνιδιού (directed play therapy) ο θεραπευτής χρησιμοποιεί το παιχνίδι σαν μέσο και καθοδηγεί τη χρήση του ώστε να επιτύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Υπάρχουν πολλές τεχνικές αυτής της μεθόδου που εφαρμόζονται ανάλογα με τη διαταραχή. Η θεραπεία ομαδικού παιχνιδιού (group play therapy) είναι μια μέθοδος που δε μπορεί να υποκαταστήσει την ατομική θεραπεία. Η ομάδα αντικατοπτρίζει την οικογένεια ή το σχολείο και μέσα από την αποδοχή των υπολοίπων το παιδί δοκιμάζει νέους τρόπους συμπεριφοράς και «δεσίματος» που το κάνουν να νιώθει αποδεκτό και ανεξάρτητο. Παρ’ όλ’ αυτά υπάρχουν κατηγορίες παιδιών που δε μπορούν να επωφεληθούν από αυτή τη μέθοδο. Στην οικογενειακή θεραπεία (family therapy) είναι πολύ σημαντικό να παρίσταται και το παιδί. Για να γίνει αυτό σωστά είναι απαραίτητη η παρουσία του ειδικού ο οποίος θα φροντίσει να παρέχει στο παιδί τα κατάλληλα παιχνίδια που θα του επιτρέψουν να επικοινωνήσει με την οικογένεια, να ορίσει ένα επίπεδο επικοινωνίας που θα το βοηθήσει να αντιλαμβάνεται πλήρως τους μεγαλύτερους αλλά και να του εξασφαλίσει την προσοχή τους κατά τη διάρκεια της θεραπείας.





ΜΕΡΟΣ Β



Η χρήση του θεραπευτικού παιχνιδιού ώστε να βοηθηθούν παιδιά με ψυχικές ή άλλες διαταραχές είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα. Σίγουρα αποτελεί μια από τις πολλές τακτικές που ακολουθούνται, αλλά πρέπει να είναι συμπληρωματική και να συνδυάζεται με άλλες μεθόδους θεραπείας.


ΠΡΑΚΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ

Πριν το παιδί ξεκινήσει τη θεραπεία με τον εργοθεραπευτή είναι απαραίτητο να έχει αποσαφηνιστεί πλήρως ο ρόλος όσων την απαρτίζουν, δηλαδή του ίδιου του παιδιού, τον γονέων του, του θεραπευτή και του περιβάλλοντος στο οποίο θα πραγματοποιηθεί η θεραπεία. Ο ρόλος των γονέων (ή των κηδεμόνων) είναι πολύ σημαντικός. Είναι απαραίτητο να έχουν αντιληφθεί πλήρως την ανάγκη του παιδιού για θεραπεία μέσω ενός ουδέτερου προσώπου και να ενημερωθούν για τη μέθοδο που θα ακολουθηθεί. Ζωτικής σημασίας είναι η δέσμευσή τους πως θα τηρούν το πρόγραμμα των επισκέψεων όσος χρόνος κι αν χρειαστεί, φροντίζοντας παράλληλα να διευκολύνουν τη διαδικασία παρέχοντας στο παιδί κατάλληλο ρουχισμό για τις δραστηριότητες στις οποίες θα συμμετέχει. Ο θεραπευτής από την πλευρά του χρησιμοποιεί τις γνώσεις, την εκπαίδευση, τις επιρροές, τις εμπειρίες και τις ικανότητές του προκειμένου να διαμορφώσει ένα πλάνο θεραπείας. Σε πρώτη φάση γίνεται εκτίμηση-διάγνωση. Χτίζεται σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ παιδιού και θεραπευτή, το παιδί αρχίζει να εκφράζει τα συναισθήματά του και ο ειδικός συλλέγει τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με την ψυχική υγεία, το βαθμό ωριμότητας, τη συμπεριφορά του παιδιού και τη συναισθηματική του κατάσταση καθώς εκείνο παίζει ελεύθερα. Στη συνέχεια είναι έτοιμος να ξεκινήσει τις θεραπευτικές συνεδρίες χρησιμοποιώντας κάποια από τις μεθόδους που προαναφέρθηκαν και περιλαμβάνουν θεραπευτικό παιχνίδι. Δύο παράγοντες που βοηθούν ιδιαίτερα στο έργο του θεραπευτή είναι η εποπτεία-επίβλεψη από έναν έμπειρο συνάδελφο καθώς και η καταγραφή αναλυτικών σημειώσεων στη διάρκεια ή στο τέλος κάθε συνεδρίας, πράγμα απαραίτητο για την εξαγωγή πολύτιμων συμπερασμάτων. Για το παιδί η πρώτη γνωριμία με το θεραπευτή είναι πολύ σημαντική. Εκείνη τη στιγμή μαθαίνει πως ο θεραπευτής γνωρίζει για τα προβλήματα του και είναι εκεί για να το βοηθήσει. Η πρώτη συνεδρία είναι συχνά αναγνωριστική και γίνεται παρουσία του γονέα αν το παιδί αρνείται να τον αποχωριστεί. Ο θεραπευτής δεν προχωρά τη διαδικασία αλλά το αφήνει να εξοικειωθεί με το χώρο και τα υλικά που του παρέχονται. Αν το παιδί είναι σε θέση να αποχωριστεί το γονέα από την πρώτη συνεδρία ο θεραπευτής του εξηγεί πως παίζοντας σε αυτό τον χώρο θα βοηθηθεί και του δίνει την άδεια να χρησιμοποιήσει όποια παιχνίδια θέλει. Εκείνο θα επικοινωνήσει όταν νιώθει έτοιμο ενώ ο χρόνος εξοικείωσης με το χώρο ποικίλει. Συχνές είναι και οι περιπτώσεις όπου το παιδί παρουσιάζει ανησυχία στις πρώτες επαφές με τον θεραπευτή. Αυτή συνήθως προέρχεται από το φόβο πως δε θα επιστρέψει στους γονείς του ξανά και αν τα συμπτώματα είναι ιδιαίτερα έντονα καλό θα είναι να διακόψουν τη συγκεκριμένη συνάντηση. Εξαιρετικά σημαντικός παράγοντας για τη θεραπευτική διαδικασία είναι η θέσπιση ορίων. Ο θεραπευτής επιβάλλεται να έχει τον έλεγχο της κατάστασης και η συμπεριφορά του πρέπει να είναι σταθερή και συνεπής ώστε το παιδί να μη μπερδεύεται και να ξέρει τι επιτρέπεται και τι όχι στο χώρο. Τα όρια είναι ένδειξη του ενδιαφέροντος του θεραπευτή προς το παιδί, το προφυλάσσουν από τραυματικές εμπειρίες και ταυτόχρονα το βοηθούν να αντιληφθεί τη σημαντικότητα της «δουλειάς» που γίνεται στο συγκεκριμένο χώρο και την εχεμύθεια που του εγγυάται ο ειδικός που επισκέπτεται. Πολλές φορές το παιδί δοκιμάζει το θεραπευτή ξεπερνώντας τα όρια που του έχουν τεθεί κάτι που πρέπει να αντιμετωπίζεται προσεκτικά και με λογικές εξηγήσεις. Όταν τα προβλήματα ξεπεραστούν με επιτυχία οι συνεδρίες σταματούν. Το παιδί πρέπει να προειδοποιείται εγκαίρως γι’ αυτή την εξέλιξη και η διακοπή των συναντήσεων να προετοιμάζεται σωστά από το θεραπευτή καθώς δεν υπάρχει πια ανάγκη υποστήριξης.


ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ

Ο χώρος στον οποίο πραγματοποιούνται οι συνεδρίες έχει σαν σκοπό να επιτρέψει στο παιδί να επικοινωνήσει ελεύθερα. Γι’ αυτό πρέπει να είναι παιδοκεντρικός, δηλαδή κατάλληλα διαμορφωμένος για παιδιά. Η χρήση του πρέπει να είναι αποκλειστικά το θεραπευτικό παιχνίδι και να μη θυμίζει τάξη, ιατρείο ή κάτι άλλο. Τα έπιπλα πρέπει να είναι παιδικά, χωρίς στοιχεία επαγγελματικού εξοπλισμού όπως γραφεία, τηλέφωνα και σημειώσεις. Καλό θα είναι να υπάρχει περιοχή με μοκέτα ώστε παιδί και θεραπευτής να μπορούν να καθίσουν στο πάτωμα, όπως και περιοχή καλυμμένη με ειδικό υλικό που επιτρέπει δραστηριότητες που προκαλούν ακαταστασία. Μια πολυθρόνα βοηθά στη δημιουργία της κατάλληλης ατμόσφαιρας για διάβασμα, ενώ πολύ σημαντικό είναι το δωμάτιο να αποπνέει αίσθημα ιδιωτικού χώρου που αποτρέπει όποια εξωτερική παρέμβαση. Σε περίπτωση που ο θεραπευτής θέλει να βιντεοσκοπήσει ή να ηχογραφήσει τη συνεδρία επιβάλλεται να ενημερώσει πρώτα το παιδί. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στην τοποθέτηση παιχνιδιών και άλλων υλικών στο χώρο αφού κάποια από αυτά πρέπει να είναι εύκολα προσβάσιμα στα παιδιά ενώ άλλα χρειάζεται να παραμένουν κλειδωμένα ώστε ο θεραπευτής να διατηρεί τον έλεγχο. Η επίδειξη των έργων που κατασκευάστηκαν από το παιδί κατά τη διάρκεια της θεραπείας είναι και πάλι απόφαση του ίδιου του παιδιού μιας και μέσα από αυτά εκφράζονται τα συναισθήματά του. Επίσης, στο δωμάτιο επιβάλλεται να τηρούνται όλοι οι κανόνες ασφαλείας που θα προφυλάξουν τον ανήλικο από επικίνδυνα υλικά, εργαλεία και κινδύνους προερχόμενους από το νερό και τον ηλεκτρισμό. Στο παιχνίδι με άμμο και νερό η περιοχή πρέπει να είναι προσεκτικά διαμορφωμένη ώστε να μην παρεμποδίζονται οι δραστηριότητες. Η ποικιλία στην άμμο και η άνετη πρόσβαση στο νερό διευκολύνουν το παιχνίδι και τα επιθυμητά αποτελέσματά του. Τα παιχνίδια και τα υλικά που χρησιμοποιούνται στο θεραπευτικό παιχνίδι έχουν ως σκοπό την επικοινωνία και την εξωτερίκευση των συναισθημάτων του παιδιού αλλά η επιλογή τους εξαρτάται από τη μέθοδο θεραπείας που θα ακολουθηθεί και τις ανάγκες του παιδιού. Σύμφωνα με το μοντέλο της αναπτυξιακής θεραπείας παιχνιδιού (developmental play therapy) -η οποία καλύπτει τις ανάγκες των περισσότερων παιδιών- τα παιχνίδια επιλέγονται σε τέσσερις φάσεις. Στην πρώτη φάση (sensory/tactile/oral/narcissistic) ανήκουν η παρασκευή απλών φαγητών και γλυκών, τα πάρτυ με τσάι και κούκλες, τα παιχνίδια που παράγουν φυσαλίδες από σαπουνάδα, μουσικά όργανα/παιχνίδια και τραγούδι, παιχνίδια με την άμμο κα. Η δεύτερη φάση (motor/anal/pre-oedipal) περιλαμβάνει παιχνίδια σε εξωτερικό χώρο, γυμναστική σε κλειστούς χώρους, εργαλεία για εύκολες ξυλοκατασκευές, παιχνίδι με το νερό, τον πηλό, τα χρώματα, τις πλαστελίνες κα. Στην τρίτη φάση (representational/phallic/oedipal) συναντάμε παραμύθια, κουκλόσπιτα, φάρμες, μοντέλα άγριων και φανταστικών ζώων, μινιατούρες μεταφορικών μέσων και κούκλες που απεικονίζουν διάφορες φιγούρες, ρούχα για κούκλες, κουκλοθέατρο και εξοπλισμό ζωγραφικής. Στην τέταρτη φάση (constructive/latency/post-oedipal) χρησιμοποιούνται υλικά για κατασκευές και χαρτοκοπτική, επιτραπέζια παιχνίδια κα. Για να εξοπλιστεί πλήρως ένα καινούριο δωμάτιο παιχνιδιού πρέπει να επιλέξει κανείς παιχνίδια και από τις τέσσερις φάσεις.


Από όλα τα παραπάνω αντιλαμβάνεται κανείς τη χρησιμότητα του θεραπευτικού παιχνιδιού μέσα σε μία διεπιστημονική ομάδα με αντικείμενο τις παιδικές ψυχικές διαταραχές. Το θεραπευτικό παιχνίδι είναι μορφή θεραπείας και εργαλείο στα χέρια του θεραπευτή κι εκείνος με τη σειρά του είναι «η φωνή του παιδιού» μέσα στη θεραπευτική διαδικασία.


Κωνσταντίνος Γκώτσης

Διδάκτωρ Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Reading

(Ph.D. University of Reading, UK)

www.eidikospaidagogos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: